Christian Lollike: Με ελκύουν οι σκιές και ό,τι προσπαθούμε να κρύψουμε πίσω τους

Ο Christian Lollike είναι ένας από τους πιο τολμηρούς, προκλητικούς και καινοτόμους σύγχρονους θεατρικούς συγγραφείς της Δανίας. Το έργο του ξεχωρίζει καθώς ασχολείται με θέματα ταμπού και θέτει δύσκολα ερωτήματα που απασχολούν τη σύγχρονη κοινωνία.

Σε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνέντευξη στη Γεωργία Χάρδα Georgia Charda μιλάει για τα θεατρικά του έργα που κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Δωδώνη, σε μετάφραση Αντώνη Γαλέου, τις προκλήσεις της συγγραφής γύρω από «δύσκολα» θέματα, την επιρροή της δανέζικης κουλτούρας και τους λόγους που τον οδηγούν να δημιουργεί έργα που προκαλούν και προβληματίζουν.

Ο Christian Lollike είναι ένας από τους πιο τολμηρούς, προκλητικούς και καινοτόμους σύγχρονους θεατρικούς συγγραφείς της Δανίας. Το έργο του ξεχωρίζει καθώς ασχολείται με θέματα ταμπού και θέτει δύσκολα ερωτήματα που απασχολούν τη σύγχρονη κοινωνία.

Μέσα από τα έργα του με τίτλο «Κλινικές πόνου: Υπηρεσίες Αυτοκτονιών», «Αυτή η οικογένεια μιλάει για όλα, ανοιχτά», «Συμπαντικός τρόμος ή Τη μέρα που ο Μπραντ Πιτ έπαθε παράνοια», και «Living dead ή Τέρατα της πραγματικότητας», που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Δωδώνη σε μετάφραση του Αντώνη Γαλέου, ο Lollike διερευνά αμφιλεγόμενα θέματα όπως η αυτοκτονία, η κλιματική και η προσφυγική κρίση. Ο θεατρικός συγγραφέας και σκηνοθέτης, με ιδιαίτερη αισθητική, συνδυάζει τον νατουραλισμό με τον σουρεαλισμό. Στην αποκλειστική συνέντευξή του στο Fractal μιλάει για τις προκλήσεις της συγγραφής γύρω από «δύσκολα» θέματα, την επιρροή της δανέζικης κουλτούρας και τους λόγους που τον οδηγούν να δημιουργεί έργα που προκαλούν και προβληματίζουν. Το έργο του αποτελεί μια πρόσκληση για διάλογο, αμφισβήτηση και αυτοκριτική, κάνοντας τον θεατή/αναγνώστη να αναρωτηθεί για τη δική του θέση στον σύγχρονο κόσμο.

Θεατρικό έργο «Κλινικές πόνου: Υπηρεσίες Αυτοκτονιών.

– Γράψατε ένα θεατρικό έργο για ένα τόσο αμφιλεγόμενο και ευαίσθητο θέμα όπως η αυτοκτονία. Τι ήταν αυτό που σας κέντρισε;

Στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού, η αυτοκτονία παραμένει ίσως ένα από τα πιο θεμελιώδη ταμπού. Ως ένα ευαίσθητο και αμφιλεγόμενο θέμα, προκαλεί αντικρουόμενα συναισθήματα, καθιστώντας την αυτοκτονία ένα σημαντικό αλλά εξαιρετικά λεπτό θέμα για δραματική εξερεύνηση. Το έργο «Κλινικές πόνου: Υπηρεσίες Αυτοκτονιών» βασίζεται σε συνεντεύξεις με συγγενείς που έχουν χάσει αγαπημένα πρόσωπα λόγω αυτοκτονίας. Το βιβλίο προσπαθεί να προσεγγίσει το θέμα με τρόπο που να «μένει στα δύσκολα», χρησιμοποιώντας τη γνωστή φράση της Donna Haraway, εξετάζοντας τις επιπτώσεις της από διαφορετικές οπτικές γωνίες.

-Τι είναι οι «κλινικές αυτοκτονίας»;

Οι κλινικές αυτοκτονίας είναι πραγματικά μέρη σε ορισμένες δυτικές χώρες, όπως η Ελβετία και το Βέλγιο. Το έργο εξετάζει το φαινόμενο της μετακίνησης ορισμένων ανθρώπων με ανίατες ασθένειες προς αυτές τις κλινικές με μοναδικό σκοπό να τους επιτραπεί η αυτοκτονία. Μέσα από συζητήσεις των χαρακτήρων σχετικά με τις προοπτικές αυτής της πρακτικής, το έργο προσκαλεί το κοινό να προβληματιστεί για τη θέση του απέναντι στο δύσκολο ζήτημα της νομιμότητας τέτοιων κλινικών.

-Το βιβλίο μιλάει για το «δικαίωμα στον θάνατο». Ποια είναι η άποψη σας για το θέμα;

Αυτό που με ενδιέφερε στο θέμα ήταν η ακραία δυσκολία που είχα στο να καταλήξω σε μια οριστική άποψη πάνω σε αυτό το ζήτημα. Αντίθετα, συνεχίζω να ταλαντεύομαι. Αυτό είναι που το κάνει ενδιαφέρον, δηλαδή να το διερευνήσει και να το αναλογιστεί κάποιος σε δραματοποιημένη γραφή. Είναι ένα δίλημμα που δεν καταλαγιάζει, στοιχειώνοντάς μας με ερωτήματα στα οποία δεν μπορούμε να απαντήσουμε.

-Η δομή του έργου επιτρέπει στους χαρακτήρες που έφυγαν από τη ζωή να συζητούν τους λόγους που το έκαναν. Μιλήστε μας γι’ αυτό.

Η «ανάσταση» των χαρακτήρων και η επιστροφή τους σαν φαντάσματα είναι το πειραματικό σενάριο που το έργο ενσαρκώνει. Δίνει τη δυνατότητα να θέσουμε στους ανθρώπους που αναμετρήθηκαν με τον θάνατο ορισμένα δύσκολα ερωτήματα που διαφορετικά θα ήταν αδύνατον. Νομίζω ότι συχνά φανταζόμαστε τον εαυτό μας να μιλάει με αγαπημένα πρόσωπα που χάσαμε, κάνοντας μαζί τους φανταστικές συζητήσεις. Και προφανώς, οι «υποθέσεις αυτοκτονιών» είναι έργο μυθοπλασίας. Αλλά πάντα ελπίζω να ανακαλύψω κάτι αληθινό μέσα από την εξερεύνηση του φανταστικού.

Θεατρικό έργο: «Αυτή η οικογένεια μιλάει για όλα, ανοιχτά»

-Ποιες είναι οι αλλαγές που έχουν γίνει στη σύγχρονη δανέζικη οικογένεια και πώς αυτό αντικατοπτρίζεται στο θεατρικό σας « Αυτή η οικογένεια μιλάει για όλα, ανοιχτά»;

Ενώ το έργο «Υπηρεσίες αυτοκτονιών» εξερεύνησε μια έννοια με φιλοσοφική βαρύτητα, το «Αυτή η οικογένεια μιλάει γι’ όλα ανοιχτά» προσπαθεί να αποκαλύψει ταμπού που σχετίζονται με τη δανέζικη οικογένεια, με κωμικό τρόπο. Εμείς, οι Δανοί, συχνά θεωρούμε τους εαυτούς μας απαλλαγμένους από προκαταλήψεις, αλλά στο έργο αυτό προσπάθησα να αναδείξω παραδείγματα συζητήσεων που μας προκαλούν άγχος και αφορούν προσωπικά τραύματα ή και ρατσισμό.

-Το θεατρικό σας έργο πλέκει τον νατουραλισμό με τον σουρεαλισμό. Γιατί επιλέξατε αυτό τον τρόπο έκφρασης;

Το πειραματικό σενάριο του «Αυτή η οικογένεια μιλάει για όλα, ανοιχτά» είναι ότι κάθε σκηνή ξεκινά από την ίδια βασική εικόνα– την οικογένεια γύρω από το τραπέζι του δείπνου – και στη συνέχεια απομακρύνεται σε διαφορετικά μήκη παραλογισμού, επιτρέποντας να αναδυθεί το υποσυνείδητο του κάθε χαρακτήρα. Αυτή η ανάμειξη σε κάθε σκηνή δημιούργησε κάτι πολύ απρόβλεπτο σε ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο. Στην πραγματικότητα, θεωρώ ότι η ένταση μεταξύ επανάληψης και απρόβλεπτου αποτελεί κινητήρια δύναμη του γκροτέσκο χιούμορ του έργου.

-Σκεφτόμουν ότι ίσως εμπνευστήκατε κι από τα έργα του Ίψεν

Για να είμαι ειλικρινής, όταν δουλεύω πάνω σε ένα κείμενο όπως «Αυτή η οικογένεια μιλάει για όλα, ανοιχτά» δεν έχω στο μυαλό μου πολλούς κλασικούς δραματουργούς. Ωστόσο, αναγνωρίζω ότι η εξερεύνηση της δυναμικής μιας οικογένειας παραμένει μια θεμελιώδης εμμονή των δημιουργών του θεάτρου από τον Ίψεν μέχρι σήμερα. Ελπίζω οι σημερινοί θεατρικοί δημιουργοί να καταφέρουν να βρουν και να εφεύρουν στυλ και μορφές που να ανταποκρίνονται στις επείγουσες ανάγκες της εποχής μας.

Θεατρικό έργο: «Συμπαντικός τρόμος ή Τη μέρα που ο Μπραντ Πιτ έπαθε παράνοια»

-Ο Μπραντ Πιτ είναι μια ασυνήθιστη επιλογή κεντρικής φιγούρας για την κλιματική κρίση. Τι αντιπροσωπεύει ο χαρακτήρας αυτός στο θεατρικό σας έργο;

Μου αρέσει να ξεκινώ τη δουλειά μου από μια αντίφαση. Ήξερα ότι ήθελα να ασχοληθώ με την κλιματική κρίση αλλά δυσκολεύτηκα να βρω κάτι που θα δημιουργούσε μια αντίφαση με αυτό το θέμα. Κάποια στιγμή είδα αυτές τις σύγχρονες ταινίες που παρουσίαζαν «απολαυστικά» την κλιματική καταστροφή, όπως η ταινία «Τhe Day After Tomorrow». Θεωρώ ότι η ταινία θα μπορούσε να παρουσιάζει το πώς η κλιματική κρίση γίνεται ορατή σε εμάς, αντί απλώς να περιγράφει τις βαθιά καταθλιπτικές προοπτικές της. Για να σταθεροποιηθεί σε πρόσφορο χώρο αυτή η εξερεύνηση και να γίνει μέρος του παιχνιδιού που οι χαρακτήρες του έργου αλληλοεπιδρούν μεταξύ τους, ο Μπραντ Πιτ εκπροσωπεί το Χόλυγουντ και γενικότερα τη δυτική, αμερικανοποιημένη βιομηχανία πολιτισμού που θέλει να έχει μια θετική επιρροή στον κόσμο, αλλά, από την άλλη, δεν μπορεί παρά να αναπαράγει την ανάγκη για προσοχή και χρήματα.

«Cosmic Fear», το θεατρικό έργο με το οποίο ο Δανός σκηνοθέτης κέρδισε το βραβείο Reumert. Πρόκειται για ένα σημαντικό βραβείο αναγνώρισης της αριστείας στα θεατρικά επιτεύγματα στη Δανία

-Το θεατρικό σας έργο παρουσιάζει από τη μια την έντονη επιθυμία να ασχοληθούμε ενεργά με την κλιματική κρίση και από την άλλη το ότι χανόμαστε μέσα σε αυτό. Πώς ο «Συμπαντικός τρόμος» αντικατοπτρίζει τη σημερινή αντιμετώπιση στα περιβαλλοντικά ζητήματα;

Στην πραγματικότητα, αισθάνομαι ότι το «Cosmic Fear» έχει γίνει ακόμη πιο επίκαιρο από τότε που το έγραψα, το 2009. Η κλιματική και η κρίση βιοποικιλότητας προφανώς παραμένουν οι πιο επείγουσες προκλήσεις για κάθε κοινωνία σήμερα. Επιπλέον, η «οικονομία της προσοχής» φαίνεται να εντείνεται στις παράλογες εμμονές της. Πιστεύω ότι η σύγκρουση ανάμεσα στη προσοχή μας και στην επιτακτική ανάγκη να δράσουμε κάνει την, κάποιες φορές, παράλογη εξερεύνηση του έργου ακόμα πιο κατάλληλη για να αντικατοπτρίζει τη σύγχρονη κοινωνία. Δυστυχώς, θα πρέπει να το παραδεχτώ.

Θεατρικό έργο: «Living dead ή Τέρατα της πραγματικότητας»

-Το «Living Dead ή Τέρατα της πραγματικότητας» είναι μια παράσταση τρόμου με επίκεντρο την προσφυγική κρίση. Τι σας ώθησε να χρησιμοποιήσετε αυτό το είδος για να εξερευνήσετε ένα τόσο βαθιά πολιτικό και ανθρώπινο ζήτημα;

Και πάλι, έπρεπε να ξεκινήσω τη δουλειά από μια αντίφαση. Στα μέσα ενημέρωσης, οι πρόσφυγες συχνά περιγράφονται σαν ένα «σμήνος» ή «εισβολείς», θυμίζοντας εικόνες από ταινίες ζόμπι. Το «Living Dead» διερευνά την αντίφαση ανάμεσα σε αυτή την απάνθρωπη αντιμετώπιση, όπου μιλούν για ομάδες ανθρώπων που κινδυνεύουν κατευθυνόμενοι προς την Ευρώπη και στα ανθρωπιστικά, εξιδανικευμένα ιδανικά της Ευρώπης, τα οποία αποτελούν μέρος της ευρωπαϊκής αυτοαντίληψης. Ένιωσα ότι κάτι θεμελιώδες άλλαζε σε αυτό μετά την προσφυγική κρίση- κάτι που το έργο θα έπρεπε να αναδείξει για να αποκτήσει πολιτική διάσταση.

-Οι πρόσφυγες στο έργο παρουσιάζονται σαν ζόμπι, ένα ισχυρό και ανησυχητικό μεταφορικό σχήμα. Τι θέλει να πει αυτός ο συμβολισμός;

Στην πραγματικότητα, το έργο δεν σκηνοθετεί μόνο τους πρόσφυγες σαν ζόμπι – κάτι που βρήκα ότι τα μέσα ενημέρωσης έκαναν εκείνη την εποχή – αλλά σκηνοθετεί και τους Δανούς ή τους Ευρωπαίους, οι οποίοι ανησυχούν για τις ορδές των ανθρώπων που έχουν αναφερθεί ότι έρχονται προς την Ευρώπη, σαν ζόμπι. Όταν σκηνοθέτησα το «Living Dead» στη Δανία, οι ηθοποιοί φορούσαν ξανθές περούκες και κατάμαυρους φακούς επαφής, ενώ μιλούσαν και κινούνταν αργά σε όλη τη διάρκεια του έργου. Ήταν τα «ζόμπι». Για μένα, οι χαρακτήρες που δημιουργώ εκφράζουν τους φόβους και τις ανησυχίες τους απέναντι σε ό,τι τους φαίνεται ξένο. Μ’ αυτόν τον τρόπο, ίσως καταφέρουμε να ρίξουμε μια φευγαλέα ματιά σε ό,τι μας στοιχειώνει πραγματικά, στα ιδανικά που προσπαθούμε να θάψουμε ή να προσποιηθούμε καθημερινά ενώ ο κόσμος γύρω μας καταρρέει.

-Η εικόνα όπου περιγράφετε τη Μεσόγειο σαν μια «ελπίδα» που θα καταπιεί τους πρόσφυγες είναι ανατριχιαστική. Τι συμβολίζει αυτή η σκοτεινή ειρωνεία;

Όταν γράφω, συχνά αντλώ εικόνες που βρίσκω στον δημόσιο λόγο. Δεν μπορώ να θυμηθώ αν το διάβασα κάπου συγκεκριμένα σε μια εφημερίδα, αλλά είναι σίγουρα ανατριχιαστικό. Όταν περιγράφω τη σύγχρονη ζωή, συχνά παρατηρώ ότι με ελκύουν οι σκιές και ό,τι προσπαθούμε να κρύψουμε πίσω τους»

Ίσως είναι όπως είπε ο Μπέρτολτ Μπρεχτ:

«Στους σκοτεινούς καιρούς

Θα τραγουδάμε ακόμη;

Θα τραγουδάμε ακόμη

Για τους σκοτεινούς καιρούς»

-Είστε ένας από τους σημαντικούς σύγχρονους θεατρικούς συγγραφείς στη χώρα σας, με τα έργα σας να ανεβαίνουν σε όλη την Ευρώπη. Είναι μια ικανοποίηση;

Νιώθω πάντα χαρά, ενθουσιασμό αλλά και άγχος όταν η δουλειά μου παρουσιάζεται και διαβάζεται εκτός Δανίας. Το άγχος προκύπτει από την αβεβαιότητα αν το δανέζικο χιούμορ και η αυτοκριτική μπορούν να μεταφραστούν επαρκώς. Ωστόσο, θεωρώ σημαντικό, όχι μόνο για την καριέρα μου αλλά και για το θέατρο και την τέχνη γενικότερα, να ξεπερνούν τα σύνορα, επιτρέποντας έτσι την ευρύτερη κατανόηση.

-Έχει η Δανία τους πιο ευτυχισμένους κατοίκους;

Δεν είμαι σίγουρος γι’ αυτό. Οι Δανοί είναι εξαιρετικά προνομιούχοι, και γι’ αυτό χρειαζόμαστε την τέχνη να μας υπενθυμίζει την υποκρισία που συχνά κάνει αυτά τα προνόμια δυνατά. Ωστόσο, πιστεύω ότι οι εύποροι Ευρωπαίοι βασανίζονται απ’ ένα βαθύ άγχος και χαμηλή αυτοεκτίμηση.

Ο Christian Lollike είναι Δανός θεατρικός συγγραφέας και σκηνοθέτης που απολαμβάνει την αποδοχή των κριτικών για τη δουλειά του παγκοσμίως. Ως ένας από τους πιο επιδραστικούς σύγχρονους θεατρικούς συγγραφείς της χώρας του, ο Lollike έχει δει τα έργα του να ανεβαίνουν στη Δανία, σε όλη την Ευρώπη και έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Ως σκηνοθέτης, ο Lollike υπερβαίνει τα όρια ανάμεσα στις αισθητικές μορφές, συνδυάζοντας τα μέσα και τα είδη (θέατρο, κινηματογράφο, installation art, γλυπτική, μουσική, σύγχρονος χορός και μπαλέτο και εικαστική performance). Τα έργα του Lollike προκαλούν ενθουσιασμό, αντιπαραθέσεις και, περιστασιακά, δημόσιες αντιδράσεις εξαιτίας της επίμονης ενασχόλησής τους με αμφιλεγόμενα, δημόσια θέματα, επιτακτικά κοινωνικά ζητήματα και πολιτικά γεγονότα. Εδώ και 15 χρόνια, ο Lollike είναι επικεφαλής του πολιτικού θεάτρου Sort/Hvid [Μαύρο/Άσπρο] στην Κοπεγχάγη, έχοντας κερδίσει αρκετά βραβεία τόσο ως σκηνοθέτης όσο και ως συγγραφέας. Σήμερα, εργάζεται τακτικά στα μεγαλύτερα θέατρα σε όλη την Ευρώπη, ενώ έχει ξεκινήσει να γράφει και να σκηνοθετεί ταινίες μεγάλου μήκους.

*Η Γεωργία Χάρδα είναι βιβλιόφιλη δημοσιογράφος

**Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο πολιτισμικό πολυ-περιοδικό fractal

Facebook
X
LinkedIn