Στις 25 Νοεμβρίου του 1970 ο Γιούκιο Μισίμα -Κιμιτάκι Χιράοκα, το πραγματικό του όνομα- αυτοκτόνησε με sepuku, τελετουργικό τρόπο αυτοκτονίας. Ήταν σαράντα τεσσάρων ετών και στην κορυφή μιας εξαιρετικής λογοτεχνικής καριέρας. Εκείνο το πρωί είχε γράψει την τελευταία λέξη της τελευταίας νουβέλας της τετραλογίας του Η Θάλασσα της Γονιμότητας. “Η τετραλογία αυτή είναι το αριστούργημά του και το ήξερε” είπε ο Ντόναλντ Κιν.
Ο Μισίμα είχε γράψει πολλά για την αυτοκτονία και τον πρόωρο θάνατο και συχνά έλεγε στους φίλους του πως ήθελε να πεθάνει νέος.
Τα έργα του Μισίμα έχουν συγκριθεί με τα έργα του Προυστ, του Ζιντ και του Σαρτρ, και η έμμονη ιδέα του θάρρους και των ηθικών αρετών με αυτά του Χέμινγουεϊ. “Αισθάνθηκα πως ο Μισίμα είχε ένα εξαιρετικό στιλ” είπε ο Άρθουρ Μίλερ. “Ήταν σουρεαλιστικός. Ήταν πολύ ερωτικός. Είχε μια οικονομία εννοιών στο να δημιουργεί μύθους – οι νουβέλες του είναι συμπυκνωμένα οράματα”.
Ο Μισίμα γεννήθηκε μέσα σε μια οικογένεια σαμουράι και διαποτίστηκε από τον κώδικα της αποθέωσης του απόλυτου ελέγχου πάνω στο μυαλό και στο σώμα και της υπακοής στον Αυτοκράτορα – τον ίδιο κωδικό της λιτότητας και της αυτοθυσίας του Ζεν.
Ο Μισίμα έτρεφε βαθύ σεβασμό και έμαθε τέλεια τις στρατιωτικές τεχνικές της Ιαπωνίας, δημιουργώντας ένα όμορφο σώμα που ήλπιζε ότι δεν θα ασχήμιζε ο χρόνος. Άρχισε να ασχολείται με το μπόντι μπίλντιγκ το 1955 και με το κέντο (μονομαχία με ράβδους από μπαμπού) το 1959. Το 1966 άρχισε να ασχολείται με το καράτε και το 1968 ήταν κάτοχος του πέμπτου βαθμού στο κέντο.
Ταξίδευε πολύ και συχνά, και στο έργο του περιλαμβάνονται και δυο βιβλία με ταξιδιωτικές εντυπώσεις και πολλές συλλογές άρθρων. Έγραψε επίσης αμέτρητες μικρές ιστορίες και τριάντα τρία θεατρικά έργα, σε μερικά από τα οποία έπαιξε.
Από τις εκδόσεις Δωδώνη κυκλοφορούν τα θεατρικά του έργα με τίτλο Πέντε σύγχρονα έργα Νο: Χάνγιο. Σοτόμπα Κομάτσι. Το μεταξωτό τύμπανο. Καντάν. Η κυρία Αόι στη σειρά του Παγκόσμιου Θεάτρου.
*Το κείμενο είναι απόσπασμα από την εισαγωγή του βιβλίου.