Ο χώρος, ο χρόνος και το πάσχον σώμα στον Πίντερ

Ως πιντερίστρια η ίδια, είμαι απόλυτα εξοικειωμένη με την ογκωδέστατη διεθνή βιβλιογραφία γύρω από το όνομα του μεγάλου Άγγλου δραματουργού. Θα έλεγε κανείς πως το θέμα αυτό είναι κορεσμένο από καιρό και άρα ποιος ο λόγος για μια ακόμη ακαδημαϊκή προσθήκη. Μια τέτοια εκτίμηση, όμως, είναι λανθασμένη διότι ο Πίντερ είναι ένας πολυδιάστατος καλλιτέχνης, όχι μόνον ως συγγραφέας που ασχολήθηκε με όλα τα είδη του έντεχνου λόγου αλλά και ως καλλιτέχνης της σκηνής και της μικρής και μεγάλης οθόνης με την πολλαπλή αρμοδιότητα του ηθοποιού, του σκηνοθέτη και του σεναριογράφου. Τη διπλή του αυτή υπόσταση έρχεται να συγκεράσει η μελέτη της Τόνιας Τσαμούρη, Χάρολντ Πίντερ: Φαινομενολογικές αναζητήσεις στο θέατρο και στον κινηματογράφο, γιατί φέρνει στο προσκήνιο την πλευρά του Πίντερ ως σεναριογράφου, η οποία ομολογουμένως είναι μια κάπως παραγκωνισμένη –τουλάχιστον για το ευρύ κοινό– συγγραφική του δραστηριότητα, μολονότι η παραγωγικότητά του και σ’αυτόν τον τομέα δεν υπολείπεται από την παραγωγή θεατρικών έργων, για τα οποία έγινε πασίγνωστος και νομπελίστας.

[…] η συνείδηση βρίσκεται εγκλωβισμένη σε ένα ανθρώπινο σώμα το οποίο αποτελεί ταυτόχρονα υποκείμενο και αντικείμενο, υπάρχει δηλαδή για-αυτό και μέσα-σε-αυτό. Επομένως, η συνείδηση του κάθε ανθρώπου είναι αυτή που καθορίζει τον τρόπο που καθένας αντιμετωπίζει τόσο το ίδιο του το σώμα όσο και τα υπόλοιπα.

Harold-Pinter-©-Martin-Rosenbaum

Η πρωτοτυπία επομένως του βιβλίου της Τσαμούρη έγκειται στο ότι ανοίγει έναν παραγωγικό διάλογο ανάμεσα στα θεατρικά κείμενα και στα κινηματογραφικά σενάρια του Άγγλου δημιουργού και από θεματικής και υφολογικήςπλευράς αλλά, παράλληλα,και από πλευράς σκηνικής οικονομίας και επιτελεστικότητας των κειμένων. Πρόκειται για μια πολυεπίπεδη συγκριτική ανάλυση μεταξύ της δυναμικής της σκηνής και αυτής της οθόνης.

Ένα άλλο σημείο πρωτοτυπίας, αυτό που δίνει συνοχή αλλά και επιστημονικό κύρος στο συγκριτολογικό αυτό εγχείρημα, είναι η επιλογή της Τσαμούρη να χρησιμοποιήσει ως θεωρητική προσέγγιση στο πόνημά της τη θεωρία της φαινομενολογίας, η οποία έχει μια σχεδόν φυσική οπτική διάδρασης, είτε πρόκειται για τη διάδραση προσώπων με τον χώρο, είτε ανθρώπων με πράγματα, είτε ανθρωπίνων υποκειμένων μεταξύ τους – δηλαδή μια συνθήκη που συνάδει απόλυτα με την επιτελεστική και διαλογική φύση του θεάτρου και του κινηματογράφου. Ειδικότερα, η προτίμηση της γράφουσας να αντλήσει τις αναφορές της από το έργο του Γάλλου φαινομενολόγου φιλοσόφου Μερλό-Ποντύ είναι απόλυτα επιτυχής και δικαιολογημένη γιατί ο ίδιος ο Μερλό-Ποντύ επανειλημμένως χρησιμοποιεί παραδείγματα από τη θεατρική πράξη για να θεμελιώσει τα επιχειρήματά του. Η Τσαμούρη είναι ιδιαίτερα προσεκτική και επιλεκτική στη χρήση της θεωρίας έτσι ώστε να δημιουργήσει ένα λειτουργικό ερμηνευτικό πλαίσιο χωρίς να βαρύνει το πόνημά της και να το κάνει δυσνόητο. Αντίθετα το χειρίζεται ως ένα ερμηνευτικό εργαλείο που διαφωτίζει τον αναγνώστη χωρίς να κουράζει.

Η γραφή της είναι άνετη, σαφής, ακριβής και νηφάλια. Ως ερευνήτρια, η Τσαμούρη διακρίνεται για την παρατηρητική της ματιά αλλά και την επιχειρηματολογική της ευχέρεια, που συνοδεύεται πάντοτε από την κατάλληλη τεκμηρίωση αλλά και την καλή οργάνωση του υλικού της ώστε να γίνεται καταληπτή και από τους μη ειδήμονες αναγνώστες. Το βιβλίο απαρτίζεται από τρία κύρια κεφάλαια, τα οποία πραγματεύονται τους τρεις βασικούς άξονες της φαινομενολογικής θεωρίας: τον χώρο, τον χρόνο και το ανθρώπινο σώμα υπό τη διπλή του υπόσταση ως φυσική οντότητα μαζί με όλα τα πράγματα που απαρτίζουν τον κόσμο και ως υποκειμενική γνωστική αντίληψη του κόσμου.

Τα παραδείγματά της Τσαμούρη και στις τρεις ενότητες προέρχονται συνδυαστικά και από έργα γραμμένα για τη σκηνή και από φιλμικά σενάρια όπου κυριαρχεί η ίδια θεματική προβληματική ή η ανάλογη οργάνωση του χωροχρόνου. Ο Πίντερ διακρίνεται για την οξύτητα της οπτικής του πρόσληψης του κόσμου (που είναι η θεμελιώδης αρχή της φαινομενολογίας) αλλά διαθέτει επίσης, ως ηθοποιός, την έντονη ενσώματη εμπειρία της σκηνής. Και τα δύο είναι βασικές συνιστώσες στον τρόπο με τον οποίο σχεδιάζει, ως σκηνοθέτης στη σκηνή και στην οθόνη, την οργάνωση του χώρου και των σωμάτων και αντικειμένων μέσα σ’ αυτόν με γνώμονα την πρόσληψη των θεατών. Ειδικότερα,όταν δουλεύει τα έργα του για την οθόνη λαμβάνει υπόψη το μάτι της κάμερας που θα προκαθορίσει τη γωνία και το εύρος πρόσληψης του κοινού, σε αντίθεση προς τις πιο ανοιχτές οπτικές προδιαγραφές της σκηνής. Η Τσαμούρη έχει κατά νου όλες αυτές τις σκηνοθετικές διαφοροποιήσεις μεταξύ σκηνής και οθόνης που διέπουν τα αντίστοιχα έργα του Πίντερ και αναλύει τις τεχνικές του μέσα από τη φαινομενολογική της προσέγγιση, η οποία είναι, ομολογουμένως, περισσότερο θεατρική αλλά εφάπτεται κατά καιρούς και της πιο ψυχαναλυτικής οπτικής που έχει υιοθετήσει η θεωρία του κινηματογράφου.

Ένα ακόμη δυνατό σημείο στο μελέτημα της Τσαμούρη, το οποίο θέλω να τονίσω και να επαινέσω, είναι η απόφασή της να αφιερώσει ένα ολόκληρο κεφάλαιο στο τόσο επίκαιρο στις μέρες μας ζήτημα γύρω από τα λεγόμενα «ευάλωτα» σώματα, τα σώματα που είναι εκτεθειμένα στην έμφυλη βία, και γενικότερα στην κακοποίηση και τον πόνο. Η Τσαμούρη, επιδεικνύοντας και ενσυναίσθηση αλλά και την απαραίτητη ερευνητική αποστασιοποίηση, επιλέγει να ασχοληθεί στο τελευταίο της κεφάλαιο με θεατρικά και φιλμικά κείμενα του Πίντερ που εστιάζουν στην ευαλωτότητα του γυναικείου σώματος και, ευρύτερα,σε πάσχοντα σώματα, παραδομένα στον πόνο.

Στο σύνολό της η μελέτη της Τόνιας Τσαμούρη μας δίνει μια νέα, διευρυμένη εικόνα του μεγάλου Άγγλου δραματουργού, που έχει σφραγίσει το θέατρο του 20ού αιώνα, μελετώντας συγκριτικά τις σκηνικές τεχνικές του έργου του όχι μόνο στο σανίδι αλλά και στη σεναριακή τους εκδοχή για την μικρή και για τη μεγάλη οθόνη. Η έρευνά της φέρνει στην επιφάνεια αυτή την παράλληλη καλλιτεχνική ενασχόληση του Πίντερ, υπενθυμίζοντάς μας ότι το βλέμμα της κάμερας τον απασχολούσε και τον προκαλούσε από νωρίς με τις διαφορετικές προϋποθέσεις που απαιτεί από τον σκηνοθέτη της σκηνής.

Οι Nicola Pagett και Harold Pinter σε μια σκηνή του έργου Old Times, 1985 (St. Louis)
photo credit: Martha Swope

Πιστεύω ότι τα πορίσματά της θα είναι πολύτιμα για νέους μελετητές γιατί ανοίγουν νέους δρόμους διείσδυσης στον χώρο του θεάματος και της πρόσληψής του ενώ συγχρόνως προσφέρουν στο ευρύτερο κοινό μια καινούρια σφαιρική προσωπογραφία ενός πρωτοπόρου δημιουργού γύρω από τη σύγχρονη αντίληψη του θεάτρου, της εικόνας και της παράστασης.

Η Τόνια Τσαμούρη γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε στο Τμήμα Θεάτρου (Σχολή Καλών Τεχνών, Α.Π.Θ.), ενώ ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές της σπουδές με αντικείμενο το θέατρο, στο Λονδίνο (Royal Holloway, University of London). Αναγορεύτηκε με άριστα διδάκτορας Φιλοσοφίας από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, στο οποίο εκπόνησε και τη μεταδιδακτορική της έρευνα.
Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα κινούνται, κυρίως, στοn χώρο του Αγγλικού και Αμερικανικού θεάτρου και κινηματογράφου, της φεμινιστικής θεωρίας, της θεωρίας της Φαινομενολογίας, καθώς και των ηλικιακών διακρίσεων.
Είναι Κριτικός θεάτρου (Μέλος του Δ. Σ. της Ελληνικής Ένωσης Κριτικών Θεάτρου & Παραστατικών Τεχνών και του International Association of Theatre Critics), είναι μέλος της Επιστημονικής Συντακτικής Επιτροπής του περιοδικού Θεατρογραφίες των εκδόσεων Δωδώνη και αρθρογραφεί σε ελληνικά και ξένα περιοδικά και ιστότοπους. Ανήκει επίσης στην Κριτική Επιτροπή Θεατρικών Βραβείων της ίδιας Ένωσης. Είναι μέλος του Harold Pinter Society, ενώ ανήκει στο Board of Directors του Edward Albee Society.
Έχει συμμετάσχει με ανακοινώσεις της σε ελληνικά και παγκόσμια συνέδρια, ενώ άρθρα της έχουν εκδοθεί σε τόμους και βιβλία τόσο στην Ελλάδα όσο και το εξωτερικό. Διδάσκει θέατρο σε Δραματικές Σχολές και εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Είναι μητέρα της Αλίκης.
Από τις εκδόσεις Δωδώνη κυκλοφορεί το βιβλίο τηςΧάρολντ Πίντερ. Φαινομενολογικές αναζητήσεις στο θέατρο και τον κινηματογράφο. Ανήκει επίσης στην επιστημονική επιτροπή της περιοδικής έκδοσης Θεατρογραφίες σε τεύχη του οποίου φιλοξενούνται κριτικές θεατρικών παραστάσεων και άρθρα.
Facebook
X
LinkedIn